Σάββατο 11 Μαΐου 2013

Αποκωδικοποίηση της Κλασσικής Μουσικής ΙΙ



Ρέκβιεμ
Ο όρος Ρέκβιεμ (Requiem) κατ' αρχήν αναφέρεται στην νεκρώσιμη ακολουθία της Καθολικής Εκκλησίας, με την επίσημη ονομάσια της να είναι Λειτουργία υπέρ Τεθνεώτων (Missa pro defunctis). 
Στον χώρο της κλασσικής μουσικής το ρέκβιεμ αποτελεί σύνθεση θρηνητική και δραματική που αρχικά οι μεγάλοι συνθέτες προόριζαν για εκτέλεση κατά την Λειτουργία, αλλά γρήγορα εξελίχθηκε σε ξεχωριστό μουσικό είδος ανεξάρτητο από την εκκλησιαστική εκτελέση του και έγινε δημοφιλές είδος για συναυλίες. Μέχρι τα τέλη του 19ου αιώνα, χρησιμοποιούνταν αποκλειστικά κείμενα και στίχοι της Λειτουργίας τα οποία ερμήνευαν πολυφωνικές χορωδίες συνοδείᾳ της ορχήστρας· από τον 20ο αιώνα και έπειτα το ρέκβιεμ διαχωρίστηκε αρκετά από το δογματικό του περιεχόμενο, και εμφανίστηκε ένα νέο υποείδος, το Πολεμικό Ρέκβιεμ, δηλαδή συνθέσεις αφιερωμένες στους Πεσόντες στα πεδία Μαχών. Τα κείμενα ανεξαρτητοποιούνται από την Καθολική Λειτουργία και πλέον περιλαμβάνουν παραδοσιακούς ύμνους, πασιφιστικούς στίχους, φυσιολατρική ποίηση, κ.λ.

Yμνωδία (oratorio)
Μεγάλης κλίμακας μουσική σύνθεση για ορχήστρα, χορωδία και σολίστες. Η μουσική δομή της είναι ίδια με αυτήν την όπερας, διαφέρει όμως στο ότι δεν περιέχει σχεδόν καθόλου σκηνική και θεατρική δράση, αλλά αποτελεί αυστηρό μουσικό συναυλιακό έργο. Στις υμνωδίες δεν υπάρχει διάλογος μεταξύ των ερμηνευτών, ούτε εντυπωσιακά σκηνικά και κοστούμια και επιπλέον η πλοκή τους δεν είναι τόσο σύνθετη και δραματοποιημένη όσο στις όπερες. Συνήθως το θέμα μιας υμνωδίας αναφέρεται στην θρησκευτική παράδοση και τις βιβλικές ιστορίες - οι Προτεστάντες συνθέτες αντλούσαν τα θέματά τους από την Βίβλο και οι Καθολικοί από τις ζωές των αγίων - με αποτέλεσμα να χαρακτηριστεί το μουσικό είδος ως θρησκευτικής θεματολογίας, ωστόσο αρκετοί συνθέτες έγραψαν ορατόρια βασισμένα σε ιστορίες της ελληνικής ή ρωμαϊκής μυθολογίας. Σχετικά με την δομή του το ορατόριο ξεκινά με μια εισαγωγή (overture), ακολουθούν διάφορες άριες για σόλο φωνές, έπεται το ρετσιτατίβο (μελωδική αφήγηση συνοδείᾳ μικρού μουσικού συνόλου) προκειμένου να προωθηθεί η πλοκή και τέλος υπάρχουν αρκετά επιβλητικά και μεγαλειώδη χορωδιακά πολυφωνικά μέρη.

Σερενάτα
Συνιστά μουσική σύνθεση για μικρά μουσικά σύνολα και τραγούδι. Η πρώτη εμφάνιση της σερενάτας έγινε τον Μεσαίωνο, ως ελαφριά, ρομαντική μουσική που παίζεται νωρίς το βράδυ από ένα άτομο συνοδείᾳ ενός φορητού οργάνου (κυρίως κιθάρα ή λαγούτο), συνήθως από τον ερωτευμένο νέο προς την καλή του ή προς τιμήν κάποιου προσώπου. Από τον 18ο αιώνα και μετά άρχισαν να χρησιμοποιούνται ποικίλα όργανα (όπως τρομπέτα και τύμπανα) δυνατής ηχητικότητας λόγω της εκτέλεσης των κομματιών σε ανοιχτό χώρο. Ο κλασικός τύπος της σερενάτας εμφανίστηκε κατά την ρομαντική και την κλασσική εποχή, οπότε και εκτελούνταν από μικρά μουσικά σύνολα και περιείχε πολλά μέρη· ωστόσο το ύφος της μουσικής αυτής σύνθεσης ήταν ελαφρότερο από τα άλλα πολυμερή είδη (όπως οι συμφωνίες) καθώς δεν περιείχε δραματικές κορυφώσεις και εξελισσόμενη πλοκή, αλλά έδινε βάση στην πληρότητα της τονικότητας. Το τυπικό μουσικό σύνολο για την σερενάτα ήταν ένα σύνολο πνευστών ενισχυμένο με κοντραμπάσο ή βιόλα. Τον 19ο αιώνα η σερενάτα εξελίχθηκε σε συναυλιακό έργο, με τις σερενάτες κάποιων συνθετών (βλ. Brahms) να έχουν χαρακτηριστεί ως ελαφριές συμφωνίες. Η δομή της κυμαίνεται από τέσσερα μέχρι και δέκα μέρη, με το πρώτο και το τελευταίο μέρος να απαιτούν γρήγορη εκτέλεση ενώ τα ενδιάμεσα εναλλάσσονται από μέτρια σε γρήγορα. Η κλασσική σερενάτα ταξινομείται ανάμεσα στην Σουίτα και την Συμφωνία, αν και το περιεχόμενό της ήταν ελαφρύ και ρομαντικό. 

Νυχτωδία (nocturne)
O όρος Νocturne από την λατινική nocturnus σημαίνει νυχτερινό και προδίδει την έμπνευση της ομώνυμης μουσικής σύνθεσης που είναι η νύχτα. Ο κλασσικός τύπος της νυχτωδίας αποτελείται από ένα μέρος και συνήθως γράφεται μόνο για πιάνο, αν και υπάρχουν συνθέσεις και για κλασσική ορχήστρα. Είναι ήρεμες, ρομαντικές και λυρικές συνθέσεις και πολλές φορές αγγίζουν την μελαγχολία.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου